- Μαγνήτινος
- Μαγνήτινος, η, ον, made ofA
Μαγνῆτις λίθος, καρδία PMag.Par.1.3142
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Μαγνῆτις λίθος, καρδία PMag.Par.1.3142
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μαγνήτινος — μαγνήτινος, ίνη, ον (Α) [μαγνήτης] κατασκευασμένος από μαγνήτη … Dictionary of Greek
Μαγνητίνην — Μαγνήτινος fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαγνήτης — Έτσι ορίζεται οποιοδήποτε σώμα ικανό να έλκει σιδηρομαγνητικά υλικά. Η ιδιαίτερη συμπεριφορά των φυσικών μαγνητικών υλικών (Fe3O4) ήταν γνωστή από τα αρχαιότατα χρόνια και οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια την ιδιότητα… … Dictionary of Greek